φτέρη

φτέρη
Φυτά της κλάσης των πτεριδικών, του αθροίσματος των πτεριδόφυτων. Είναι πολύ εξελιγμένα κρυπτόγαμα κορμόφυτα που έχουν ρίζες, βλαστό και φύλλα. Επιπλέον είναι εφοδιασμένα με σύστημα αγωγών αγγείων, γι’ αυτό και κατατάσσονται στα κρυπτόγαμα που φέρουν αγγεία. Τα πτεριδικά περιλαμβάνουν πολλά είδη, τα περισσότερα ιθαγενή των τροπικών περιοχών, ενώ λίγα είναι αυτοφυή στις εύκρατες περιοχές. Προτιμούν τους υγρούς τόπους και είναι, τουλάχιστον τα πιο κοινά, εφοδιασμένα με φύλλα πλατιά και πτεροσχιδή. Μπορεί να εμφανίζονται με την ποώδη μορφή, όπως συμβαίνει συχνότερα, ή να είναι δεντρόμορφα, όπως στα τροπικά δάση. Από τις φ. των εύκρατων περιοχών, και ειδικότερα της ελληνικής χλωρίδας, αναφέρουμε το νεφρίδιο η αρρενόπτερις, που αναπτύσσεται κάτω από δέντρα, κυρίως καστανιάς, το νεφρίδιο η θηλύπτερις, που φύεται σε τελματώδεις και υγρές πεδιάδες, το πτερίδιο το αέτειο, κοινό σε πυριτικές υγρές γαίες, την πτέριδα την κρητική, που φυτρώνει μόνη της σε σκιερά δάση της Κρήτης και της Πελοποννήσου. Η κομψότητα του φυλλώματος κάνει τις φ. φυτά πολύ ενδιαφέροντα από καλλωπιστική άποψη. Χρησιμοποιούνται επίσης και στη φαρμακευτική, όπως π.χ. το νεφρίδιο η αρρενόπτερις, που δίνει μια ουσία με ανθελμινθικές ιδιότητες. Το είδος της φτέρης «νεφρίδιο η αρρενόπτερις» αναπτύσσεται κυρίως στα δάση.
* * *
και διαλ. τ. φτέρα, η, Ν
βοτ. περιληπτική ονομασία φυτών, γνωστών και με τη λόγια ονομασία πτέριδες, που αποτελούν την κλάση πτεριδικά, γνωστή και ως πολυποδιόψιδα, με 15.000 περίπου είδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. πτέρις, με ανομοιωτική τροπή τού κλειστού -π- στο διαρκές -φ- (πρβλ. κτίζω: χτίζω, πταίω: φταίω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φτέρη — φτέρη, η και φτέρα, η 1. (βοτ.), είδος φυτού της κλάσης Πτέριδες. 2. ως κύρ. όνομα, Φτέρη όνομα χωριών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Άνω Φτέρη — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 800 μ., 34 κάτ.) του νομού Φθιώτιδος. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σπερχειάδος …   Dictionary of Greek

  • πτέρις — Γένος φυτών της οικογένειας των πολυποδιιδών. Περιλαμβάνει περίπου 90 είδη, που απαντούν στις θερμές περιοχές. Οι π. είναι ποώδη φυτά, πολυετή, με ριζωματικά φύλλα και πολυσχιδή. Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει το είδος π. η αέτειος, γνωστή και… …   Dictionary of Greek

  • φτερίτσα — η, Ν [φτέρη] υποκορ. μικρή φτέρη …   Dictionary of Greek

  • Spercheiada — Infobox Greek Dimos name = Spercheiada name local = el. Σπερχειάδα periph = Central Greece prefec = Phthiotis province = population = 10594 population as of = 2001 population ref = [http://www.statistics.gr/gr tables/S1101 SAP 1 TB DC 01 03 Y.pdf …   Wikipedia

  • Evritania — Präfektur Evrytania Νομός Ευρυτανίας Basisdaten Staat: Griechenland …   Deutsch Wikipedia

  • Evrytania — Präfektur Evrytania Νομός Ευρυτανίας Basisdaten (April 2010)[1] Staat …   Deutsch Wikipedia

  • Evrytania (Präfektur) — Präfektur Evrytania Νομός Ευρυτανίας Basisdaten Staat: Griechenland …   Deutsch Wikipedia

  • GR-05 — Präfektur Evrytania Νομός Ευρυτανίας Basisdaten Staat: Griechenland …   Deutsch Wikipedia

  • GR-EO38 — Nationalstraße 38 (Ethiniki Odos 38) Länge: ca. 250 km …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”